Είμαστε κάτι κουρασμένες παρομοιώσεις...



Είναι ν' απορείς καμιά φορά για το πώς μπορεί να 'ρθουν τα πράγματα. Για το πώς, ακόμη κι αν είσαι αρματωμένος απ' την κορφή ώς τα νύχια, μπορεί να βρεθείς ενώπιον καταστάσεων που δεν μπορείς να ελέγξεις. Κι αυτό μπορεί να 'ναι το ελάχιστον. Τουλάχιστον.
Θυμάμαι, πριν όχι από πολλά χρόνια, που το φως του ήλιου μάς έλουζε και δεν ευχόμασταν για το φεγγάρι, που είχαμε τα μπαλκόνια για να παίρνουμε αέρα κι όχι σαν μέρη εξοχής λίγο πριν το ξημέρωμα, μετά από ώρες μες στο σπίτι που πιάναμε ο ένας το χέρι του άλλου και νιώθαμε τις φλέβες να χτυπούν και δεν αναρωτιόμασταν, τι τραγικό, για τα κοκκινάδια των καρπών απ' τον υπολογιστή.
Σήμερα, φοβόμαστε περισσότερο από ποτέ. Ο αέρας μας λιγοστεύει, ζαλωνόμαστε ένα κάρο πράγματα, που καμιάν αξία δεν έχουν, και προχωράμε χωρίς σταματημό σ’ έναν δρόμο που εκείνος γλιστρά αποκάτω μας κι εμείς κρατάμε ασάλευτα τα πόδια μας.
Κι έχουμε, όπως και να το κάνουμε, κάτι λίγες λέξεις να μας περιτριγυρίζουν. Βέβαια, οι λέξεις σε λίγο καιρό κι αυτές δεν θα ξέρουμε τι να τις κάνουμε, θα τις κολλάμε στο τζάμι, στ' αναλόγια του μυαλού μας, αλλά ποτέ δεν θα τις βλέπουμε μπροστά μας. Πολύ φοβάμαι πως ποτέ δεν θα τις ξαναδούμε.
Πολύ φοβάμαι πως θα ζούμε γεμάτοι παρομοιώσεις: Μίλησα ΣΑΝ άνθρωπος??? κοίταξα ΣΑΝ άνθρωπος??? έκανα έρωτα ΣΑΝ άνθρωπος??? ήμουν κάποτε ΣΑΝ άνθρωπος.

Ήμουν κάποτε ΣΑΝ άνθρωπος.

Τότε είναι που θ' ανατρέχουμε στα βιβλία??? τότε είναι που θα ψάχνουμε, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, να βρούμε τις κατάλληλες λέξεις για να μην καταλήξουμε οι ίδιοι μυθιστόρημα, αν δεν έχουμε ήδη καταλήξει χαρτοπολτός που ετοιμάζεται να γίνει βιβλίο κάποιου ποιητή που κι αυτός κατέληξε να ζει με παρομοιώσεις: Κάποτε έγραφα κάτι ΣΑΝ ποίημα??? κάποτε μπορεί και να 'μουν ΤΟ ποίημα.
Όχι??? όρθιοι όπως θα στεκόμαστε σε καινούργια μπαλκόνια, θ' αναρωτιόμαστε και πάλι: Κάποτε ήμασταν ΣΑΝ παρομοιώσεις. Κουρασμένες....

Η ΑΥΓΗ (Ιστοπαραλόγιον)


Λαχταρώ




Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου.
Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ’ αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου, και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,
Και να γελάω με την παράνοια σου,
Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς,και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες, και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες,και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,
και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι,
και να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,
Και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ’ αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,
Και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
Και να μη γελάω με τα αστεία σου, και να σε θέλω το πρωί αλλά να σ’ αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου, και να χαϊδεύω το δέρμα σου.
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω, ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
Και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
Και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,
Και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
Και νάμαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,
Και νάμαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
Και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
Και να παρακαλάω να σ’ ήξερα μια ζωή.
Και ν’ ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
Και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
Και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τόνα σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
Και να σ’ αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
Και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,
Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω,
Και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
Και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου, και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,
Και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου,
Και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
Και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες, και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις,
Και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
Και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
Και ν’ αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ’ το νου ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,
Και ν’ αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,
Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος, τον άγγελο του δέντρου, το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό επειδή σ’ αγαπούσε,
Και να σου γράφω ποιήματα, και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
Και να σ’ αγαπάω τόσο βαθιά που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
Και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα,
Και να μη σ’ αφήνω να σηκωθείς απ’ το κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
Και να σου αγοράζω δώρα που εσύ δεν τα θέλεις, και πάλι να τα παίρνω πίσω,
Και να σου λέω να παντρευτούμε, και συ να μου λες πάλι όχι,
Αλλά εγώ να στο λέω και να στο ξαναλέω, γιατί όσο κι αν νομίζεις πως δεν το λέω σοβαρά εγώ πάντα σοβαρά το έλεγα, από την πρώτη φορά που στο είπα,
Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδειος χωρίς εσένα,
Και να θέλω ότι θέλεις,
Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρω πως πλάι σου είμαι ασφαλής,
Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου,
Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο
Και να σου λέω την αλήθεια αν και κατά βάθος δεν θέλω
Και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής γιατί ξέρω πως το προτιμάς,
Και να νομίζω πως όλα τέλειωσαν, κι ωστόσο να περιμένω άλλα δέκα λεπτά πριν με πετάξεις έξω απ’ ζωή σου,
Και να ξεχνάω ποιος είμαι,
Και να κάνουμε έρωτα στις τρεις το πρωί,
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναλυτικό
Τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα, τον δίχως τέλος και δίχως αρχή,
ΕΡΩΤΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ

Sarah Kane




Και να που φτάσαμε εδώ
Χωρίς αποσκευές
Μα μ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι
Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος?

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη

Βέβαια αγάπησε
τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα

Σκληρός, άκαρδος κόσμος,
που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα
πάνω απ το δέντρο που βρέχεται?

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη
Ύστερα ανακάλυψαν την πυξίδα
για να πεθαίνουν κι αλλού
και την απληστία
για να μένουν νεκροί για πάντα

Αλλά καθώς βραδιάζει
ένα φλάουτο κάπου
ή ένα άστρο συνηγορεί
για όλη την ανθρωπότητα

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη

Καθώς μένω στο δωμάτιο μου,
μου ρχονται άξαφνα φαεινές ιδέες?
Φοράω το σακάκι του πατέρα
κι έτσι είμαστε δυο,
κι αν κάποτε μ άκουσαν να γαβγίζω
ήταν για να δώσω
έναν αέρα εξοχής στο δωμάτιο

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη

Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη
μ ένα άστρο ή μ ένα γιασεμί
σαν ένα τραγούδι που καθώς βρέχει
παίρνει το μέρος των φτωχών?

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη!

Δος μου το χέρι σου..
Δος μου το χέρι σου..

Τάσος Λειβαδίτης

ΠΙΣΤΕΥΩ..



Πιστεύω στους ζωγράφους, που ζωγραφίζουν το Ονειρο, κι όχι το πρόσωπο και τον τόπο.

Πιστεύω στους γιατρούς, που δεν αφήνουν να μαραθούν τα φυτά στις γλάστρες του γραφείου τους .

Πιστεύω στους πολίτες , που δεν πιστεύουν στους πολιτικούς, αλλά πιστεύουν στην Πολιτεία.

Πιστεύω στους δασκάλους, που διδάσκονται από τους μαθητές τους .
Πιστεύω στους συγγραφείς που νιώθουν αγωνία γι αυτό που δεν έγραψαν, μα που θέλουν να τα πουν όλα, να βάλουν σε λέξεις τ΄ανείπωτο.

Πιστεύω στους εκδότες, που διαβάζουν τα βιβλία που εκδίδουν.

Πιστεύω στους αστρονόμους, που δεν τους αρέσουν τα μαθηματικά, γιατί θυμούνται ακόμη, τι ήταν αυτό που τους τράβηξε στα άστρα..

Πιστεύω στους επαναστάτες, που ξέρουν ότι είναι ρομαντικοί, κι ότι η μόνη αληθινή επανάσταση, είναι στα μυαλά κι όχι μονάχα στους δρόμους .

Πιστεύω στους βάρδους, που πάντα έχουν μια ιστορία να σου πουν, κι έτσι τίποτε δεν πάει χαμένο .

Πιστεύω στο ηλιοβασίλεμα,γιατί είναι σαν κάποιος να το ζωγράφισε,πράγμα που δείχνει πως του αρέσουν οι λεπτομέρειες.

Παντελής Γιαννουλάκης

ΤΟ ΒΑΘΡΟ


Την κοιταξε στα ματια

και βουρκωσε

'Σε λατρευω ',της ειπε.

Κι αυτή ελαμψε.

Μετα της έφτιαξε

ενα βαθρο

από ελεφαντοστό.

Με φυλλα χρυσου

στα ωραια της ποδια

τα λευκα σαν πορσελανη.

Και την εβαλε να ζει εκει πανω

ψηλα

Μονη κι ερημη

Κι αυτή μαραζωνε

μα δεν αλλαζε σταση

Δεν εχανε την ποζα της

την αψογη

Μονο την ψυχη της εχανε

Στη νεα σεληνη

της αναβε στα ποδια

θυμιαματα

και θυσιαζε μικρα παραδεισια πτηνα

Με προσευχες και ψαλμους
απαραμιλλους

Περασαν τα χρονια.


Μια Δευτέρα

ενα δακρυ κυλησε

απ’το αγαλμα της

Τρεμοπαιξαν τα χειλη.

‘’μα ειχες πει με λατρευες,’’του ειπε

‘’αληθεια είναι’’απαντησε αυτος.

‘’Σε λατρευω δεν σημαινει σ’αγαπω
Σημαινει σε φοβαμαι και σε ακινητοποιω’’

Μαρία Μαργαρίτη

Δέκα τεχνικές για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης



1. Η τεχνική της διασκέδασης

Πρωταρχικό στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου, η τεχνική της διασκέδασης συνίσταται στη στροφή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και από τις μεταλλαγές που αποφασίστηκαν από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ, δι’ενός αδιάκοπου καταιγισμού διασκεδαστικών και ασήμαντων λεπτομερειών. Η τεχνική της διασκέδασης είναι επίσης απαραίτητη για να αποτραπεί το κοινό από το να ενδιαφερθεί για ουσιαστικές πληροφορίες στους τομείς της επιστήμης, της οικονομία, της ψυχολογίας, της νευροβιολογίας και της κυβερνητικής. «Κρατήστε αποπροσανατολισμένη την προσοχή του κοινού, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμαλωτισμένη σε θέματα χωρίς καμιά πραγματική σημασία. Κρατήστε το κοινό απασχολημένο, απασχολημένο, απασχολημένο, χωρίς χρόνο για να σκέφτεται· να επιστρέφει κανονικά στη φάρμα με τα άλλα ζώα». Απόσπασμα από το Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους.

2. Η τεχνική της δημιουργίας προβλημάτων, και στη συνέχεια παροχής των λύσεων
Αυτή η τεχνική ονομάζεται επίσης «πρόβλημα-αντίδραση-λύση». Πρώτα δημιουργείτε ένα πρόβλημα, μια «έκτακτη κατάσταση» για την οποία μπορείτε να προβλέψετε ότι θα προκαλέσει μια συγκεκριμένη αντίδραση του κοινού, ώστε το ίδιο να ζητήσει εκείνα τα μέτρα που εύχεστε να το κάνετε να αποδεχτεί. Για παράδειγμα: αφήστε να κλιμακωθεί η αστική βία, ή οργανώστε αιματηρές συμπλοκές, ώστε το κοινό να ζητήσει τη λήψη μέτρων ασφαλείας που θα περιορίζουν τις ελευθερίες του. Ή, ακόμη: δημιουργήστε μια οικονομική κρίση για να κάνετε το κοινό να δεχτεί ως αναγκαίο κακό τον περιορισμό των κοινωνικών δικαιωμάτων και την αποδόμηση των δημοσίων υπηρεσιών.

3. Η τεχνική της υποβάθμισης
Για να κάνει κάποιος αποδεκτό ένα απαράδεκτο μέτρο, αρκεί να το εφαρμόσει σταδιακά κατά «φθίνουσα κλίμακα» για μια διάρκεια 10 ετών. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν ριζικά νέες κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός) στις δεκαετίες του 1980 και 1990. Μαζική ανεργία, αβεβαιότητα, «ευελιξία», μετακινήσεις, μισθοί που δεν διασφαλίζουν πια ένα αξιοπρεπές εισόδημα· τόσες αλλαγές, που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση, αν είχαν εφαρμοστεί αιφνιδίως και βίαια.

4. Η στρατηγική της αναβολής
Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσετε ως «οδυνηρή αλλά αναγκαία», αποσπώντας την συναίνεση του κοινού στο παρόν, για την εφαρμογή της στο μέλλον. Είναι πάντοτε πιο εύκολο να αποδεχτεί κάποιος αντί μιας άμεσης θυσίας μια μελλοντική. Πρώτ’ απ’όλα, επειδή η προσπάθεια δεν πρέπει να καταβληθεί άμεσα. Στη συνέχεια, επειδή το κοινό έχει πάντα την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «όλα θα πάνε καλύτερα αύριο» και ότι μπορεί, εντέλει, να αποφύγει τη θυσία που του ζήτησαν. Τέλος, μια τέτοια τεχνική αφήνει στο κοινό ένα κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να συνηθίσει στην ιδέα της αλλαγής, και να την αποδεχτεί μοιρολατρικά, όταν κριθεί ότι έφθασε το πλήρωμα του χρόνου για την τέλεσή της.

5. Η στρατηγική του να απευθύνεσαι στο κοινό σαν να είναι μωρά παιδιά
Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν έναν αφηγηματικό λόγο, επιχειρήματα, πρόσωπα και έναν τόνο ιδιαιτέρως παιδικό, εξουθενωτικά παιδιάστικο, σαν να ήταν ο θεατής ένα πολύ μικρ ό παιδί ή σαν να ήταν διανοητικώς ανάπηρος. Όσο μεγαλύτερη προσπάθεια καταβάλλεται να εξαπατηθεί ο θεατής, τόσο πιο παιδιάστικος τόνος υιοθετείται από τον διαφημιστή. Γιατί; «Αν [ο διαφημιστής] απευθυνθεί σε κάποιον σαν να ήταν παιδί δώδεκα ετών, τότε είναι πολύ πιθανόν να εισπράξει, εξαιτίας του έμμεσου και υπαινικτικού τόνου, μιαν απάντηση ή μιαν αντίδραση τόσο απογυμνωμένη από κριτική σκέψη, όσο η απάντηση ενός δωδεκάχρονου παιδιού». Απόσπασμα από το «Όπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους»

6. Η τεχνική του να απευθύνεστε στο συναίσθημα μάλλον παρά στη λογική
Η επίκληση στο συναίσθημα είναι μια κλασική τεχνική για να βραχυκυκλωθεί η ορθολογιστική ανάλυση, επομένως η κριτική αντίληψη των ατόμων. Επιπλέον, η χρησιμοποίηση του φάσματος των αισθημάτων επιτρέπει να ανοίξετε τη θύρα του ασυνείδητου για να εμφυτεύσετε ιδέες, επιθυμίες, φόβους, παρορμήσεις ή συμπεριφορές...

7. Η τεχνική του να κρατάτε το κοινό σε άγνοια και ανοησία
Συνίσταται στο να κάνετε το κοινό να είναι ανίκανο να αντιληφθεί τις τεχνολογίες και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιείτε για την υποδούλωσή του. «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι πιο φτωχή, ώστε η τάφρος της άγνοιας που χωρίζει τις κατώτερες τάξεις από τις ανώτερες τάξεις να μη γίνεται αντιληπτή από τις κατώτερες». Απόσπασμα από το «Ὀπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους».

8. Η τεχνική του να ενθαρρύνεις το κοινό να αρέσκεται στη μετριότητα
Συνίσταται στο να παρακινείς το κοινό να βρίσκει «cool» ό,τι είναι ανόητο, φτηνιάρικο και ακαλλιέργητο.

9. Η τεχνική του να αντικαθιστάς την εξέγερση με την ενοχή
Συνίσταται στο να κάνεις ένα άτομο να πιστεύει ότι είναι το μόνο υπεύθυνο για την συμφορά του, εξαιτίας της διανοητικής ανεπάρκειάς του, της ανεπάρκειας των ικανοτήτων του ή των προσπαθειών του. Έτσι, αντί να εξεγείρεται εναντίον του οικονομικού συστήματος, απαξιώνει τον ίδιο τον εαυτό του και αυτο-ενοχοποιείται, κατάσταση που περιέχει τα σπέρματα της νευρικής κατάπτωσης, η οποία έχει μεταξύ άλλων και το αποτέλεσμα της αποχής από οποιασδήποτε δράση. Και χωρίς τη δράση, γλιτώνετε την επανάσταση!..

10. Η τεχνική του να γνωρίζεις τα άτομα καλύτερα από όσο γνωρίζουν τα ίδια τον εαυτό τους
Στη διάρκεια των τελευταίων πενήντα ετών, οι κατακλυσμιαία πρόοδος της επιστήμης άνοιξε μια ολοένα και πιο βαθειά τάφρο ανάμεσα στις γνώσει του ευρέως κοινού και στις γνώσεις που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι ιθύνουσες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, τη νευροβιολογία και την εφαρμοσμένη ψυχολογία, το «σύστημα» έφτασε σε μια εξελιγμένη γνώση του ανθρώπινου όντος, και από την άποψη της φυσιολογίας και από την άποψη της ψυχολογίας. Το σύστημα έφτασε να γνωρίζει τον μέσο άνθρωπο καλύτερα απ’όσο γνωρίζει ο ίδιος τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το σύστημα ασκεί έναν πολύ πιο αυξημένο έλεγχο και επιβάλλεται με μια μεγαλύτερη ισχύ επάνω στα άτομα απ’όσο τα άτομα στον ίδιο τον εαυτό τους.

Noam Chomsky



Πέθανα σαν ορυκτό κι έγινα φυτό,

πέθανα σαν φυτό και ξαναγεννήθηκα σαν ζώο,

πέθανα σαν ζώο και γεννήθηκα άνθρωπος.

Γιατί λοιπόν να φοβάμαι; Πότε μίκρυνα πεθαίνοντας;

Την επόμενη φορά θα πεθάνω σαν άνθρωπος,

για να μπορέσω να βγάλω τα φτερά του αγγέλου.

Και από τον άγγελο πρέπει ακόμα να προχωρήσω,

για άλλη μια φορά θα τραβήξω το δρόμο μου

πάνω από τους αγγέλους και θα γίνω αυτό που 

δεν μπορεί να συλλάβει η φαντασία.

Αληθινά σε ΚΕΙΝΟΝ επιστρέφουμε.

Jalaluddin Rumi
Έληξε η αμφισβήτηση. Αποφανατίστηκαν οι επαναστάσεις. Καταγγέλθηκε η απάτη κάθε «πρωτοπορίας». Μια οργιαστική Σιγή βλάστησε σ’ όλες τις ρωγμές. Κοιτάξτε αυτούς τους νεαρούς των δεκαπέντε- δεκαεφτά χρόνων. Κοιτάξτε τους καλά. Προσέξτε την Κατήφεια τους. Την νεκρική τους απάθεια, τη σιωπή τους, τη δύσαρθρη ομιλία τους, τη δύσθυμη σκληρότητά τους. Προσέξτε πόσο Ακίνητος είναι αυτός ο Νέος Άνθρωπος. Πόσον Αμίλητο Φόνο κουβαλάει μέσα του. Κι αν ακόμα δεν είναι αυτοί ο Συναγερμός, θα έρθουν παιδιά, έφηβοι που θα είναι προορισμένοι για το Νέο Λόγο. Απλά για το Λόγο. Για λέξεις που ποτέ δεν διαπράχθηκαν,για νοήματα που ποτέ δεν ορθολογήθηκαν, για εικόνες που ποτέ δεν μιλήθηκαν. Φοβηθείτε τους''.

Γιώργος Χειμωνάς (Ποιός φοβάται την Βιρτζινία Γούλφ)
Emil Cioran

'' Οι ενθουσιώδεις αρχίζουν να γίνονται ενδιαφέροντες όταν έρχονται αντιμέτωποι με την αποτυχία, όταν η αφύπνιση από την αυταπάτη τους καθιστά ανθρώπινους. Όποιος επιτυγχάνει τα πάντα είναι κατ'ανάγκην επιπόλαιος. Σ'ολη τη ζωή μου με γοήτευε η αποτυχία. Μια ελάχιστη ανισσοροπία είναι απαραίτητη. Σ'αυτόν που είναι φυσικώς και ψυχικώς υγιής λείπει μια ουσιώδης γνώση. Η τέλεια υγεία είναι α-πνευματική. Η ουσία, το βάθος των πραγμάτων μονοπωλείται από αυτούς που έχουν υποφέρει.''

Emil Cioran

Ο ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ



Κοιτάχτε! Μπήκε στη φωτιά! Είπε ένας απ'το πλήθος.

Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα.

Ηταν στ'αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του μιλήσαμε.

Και τώρα καίγεται.

Μα δεν φωνάζει βοήθεια.

Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.

Ειμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.

Ποιός είναι αυτός που αναλίσκεται περήφανος;

To σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;

Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή και δύσκολη. Φοβάμαι.

Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.

Ομως εκείνος καίγονταν μονάχος, καταμόναχος.

Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.

Γινόταν ήλιος.

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές

Αλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.

Ο ποιητής μοιράζεται στα δύο.

Τ. ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

Η τηλεόραση



Το να'χουμε ταράνδους μες στα σπίτια μας δεν πήγαινε.
Θα μούγκριζαν
μέσα στον ύπνο μας, θα κόπριζαν
πάνω στα έπιπλά μας και προπάντων
μ'εκείνα τα πελώρια κέρατά τους θα ξέσχιζαν τις κουρτίνες μας,
θα γκρέμιζαν
τ'αγάλματα μας, τα βιβλια μας, τα πιάτα μας. Δεν πήγαινε.
Ομως η τηλεόραση, τι ζώο!
Εχει τα σιδερένια κέρατά της στην ταράτσα ενώ ήσυχη
κάθεται στο σαλόνι μας και μόνο
αν βάλουμε στην πρίζα τον ομφάλιο λώρο της ξυπνά.
Ησυχο ζώο. Και τι όμορφο. 
Μοιάζει με έντομο πελώριο, αστρικό.
Μοιάζει με τον πλανητικό προπάππο μας, τον Βεελζεβούλ
πούλεγε ιστορίες κι αποκοιμιόμασταν.

Γιάννης Υφαντής


''Το μόνο πράγμα που παίρνει μαζί του πεθαίνοντας ο άνθρωπος είναι το μικρό εκείνο μέρος της περιουσίας του που ίσα ίσα δεν ενδιαφέρει κανέναν άλλο. Κάτι λίγες αισθήσεις ή στιγμές, δύο τρεις νότες κυμάτων, την ώρα που το μαλλί το παίρνει ο αέρας με τα γλυκά ψιθυρίσματα μες στο σκοτάδι, ολίγες μέντες από δύο κοντά κοντά βαλμένες ανάσες, ένα τραγούδι βαρύθυμο, σαν βράχος μαύρος, και το δάκρυ, το δάκρυ της μιας φοράς, το για πάντα. Όλα όσα, μ'αλλα λόγια, κάνουν την αληθινή του φωτογραφία, την καταδικασμένη να χαθεί και να μην επαναληφθεί ποτέ.''

Ο. Ελύτης (ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΑ)




''Aκριβώς όπως ένας υπάλληλος γραφείου ονειρεύεται τη δολοφονία του μισητού αφεντικού του και με τον τρόπο αυτό διασώζεται από το να την πραγματοποιήσει, έτσι συμβαίνει και με τον συγγραφέα. Mε τα μεγάλα του όνειρα βοηθά τους ανθρώπους να επιβιώσουν, να αποφύγουν τις χειρότερες ενορμήσεις τους. Και η κοινωνία, χωρίς να συνειδητοποιεί, τον σέβεται και τον εξυψώνει έστω και μ'ενα είδος ζήλιας, φόβου, ακόμη και απώθησης, δεδομένου οτι λίγοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να ανακαλύψουν τη φρίκη που παραμονεύει στα βάθη της ψυχής τους. Αυτή είναι η υψηλότερη αποστολή της μεγάλης λογοτεχνίας και δεν υπάρχει άλλη.'' 

Ernesto Sabato



''Η αγάπη των άλλων είναι μια συνέπεια φυσική που απλώς σου δείχνει πως η αγάπη σου, δηλαδή η δύναμή σου, είναι αλώβητη. Μ'αγαπάνε σημαίνει μπορώ ν'αγαπώ.''

''Μόνο με παραμύθια κατακτώνται οι άνθρωποι.''

Και τα πιο άφθαρτα πράγματα γίνονται φθαρτά αν δεν τα ζωογονεί η πίστη.

Στην Ελλάδα ζούμε πολυτελέστερα απ’ όσο μας επιτρέπουν τα μέσα μας, πέρα από τις οικονομικές μας δυνατότητες και τις ψυχικές μας ικανότητες. Αυτό ήδη μας δημιουργεί προβλήματα και θα μας προξενήσει μεγάλο κακό.

Είναι οδυνηρό, για να σε εκτιμήσουν, να προσπαθείς να κάνεις πράγματα που να αρέσουν σε ανθρώπους που δεν εκτιμάς.

Ποτέ δεν υπήρξε μια εποχή που οι άνθρωποι ήταν τόσο δύσθυμοι και μελαγχολικοί. Άλλωστε, αυτό εξηγεί από μία άποψη την τρομερή και μέχρις αηδίας οργάνωση της ευθυμίας. Καμιά εποχή δεν είχε οργανώσει τόσο πολύ την ευθυμία όσο η δική μας. Σε καμιά εποχή δεν έπαιζε πρωί πρωί στα σπίτια το ραδιόφωνο εύθυμες μουσικές, για να ξυπνήσουν οι άνθρωποι μελαγχολικοί και σχεδόν έτοιμοι να αυτοκτονήσουν.

Στην Ελλάδα όλα γίνονται όπως θέλουν οι μέτριοι.

Αρετές μας είναι τα ελαττώματά μας που τα παραδεχτήκαμε.

Χρειάζεται η θεία αφέλεια για να βρεις μέσα σου την αλήθεια.

Ο Έλληνας έχασε ένα μεγάλο κίνητρο που είχε στη ζωή του. Την πείνα. Τώρα τρώει και όλοι έχουν κοιλιά και στομάχι. Λοιπόν δεν μπορεί να έχουν τη δραστηριότητα που είχανε ως πεινασμένοι. Ό,τι μεγάλο έκανε η Ελλάς -είτε από φιλοσόφους είτε από απλούς ανθρώπους- το έκανε από την πείνα. Ο Έλληνας φαγωμένος γίνεται ένα αποκτηνωμένο ζώο. Η πείνα πρέπει να γίνει σήμερα δίαιτα.

Το εξαιρετικό άτομο άλλοτε ετιμάτο και εξυπηρετούσε το σύνολο! Σήμερα το εξαιρετικό άτομο κρίνεται από το σύνολο των μέτριων ανθρώπων και μπαίνει σε μια κλίνη του Προκρούστη και κονταίνει. Το “γιατί εσύ και όχι εγώ”, είναι το συνηθισμένο που ακούει κανείς σήμερα.

Στην Ελλάδα βλέπουμε μόνο τη δυσάρεστη και την αδύνατη πλευρά κάθε πράγματος. Όλοι ξέρουν το τι δε γίνεται και, ικανοποιημένοι με την απαισιόδοξη γνώμη τους, κατηγορούν κάθε άνθρωπο που έχει δράση και προσπαθεί να κάνει κάτι τι.

Η τέχνη δεν είναι απασχόληση, δεν είναι για να περνάς την ώρα σου. Είναι η θρησκεία του ζωντανού και αιώνιου πάθους.

Είναι ο νόμος της φύσεως – όποιος δεν παραδέχεται τις επιθυμίες του, να φανατίζεται με τις επιθυμίες των άλλων.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ

“Ο Τσόρτσιλ και η καραβάνα”

Ο Λυκούργος Καλλέργης


Ο ηθοποιός Λυκούργος Καλλέργης θυμάται μια συνομιλία του με τον Τσαρούχη κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου 1940-41, όταν και οι δύο υπηρετούσαν ως στρατιώτες:

Ο Τσαρούχης όμως ήταν απόμακρος, δεν πίστευε τίποτε απ’ όλα αυτά. Κρυφογελούσε σαρκάζοντας. Δεν πίστευε καθόλου πως η ζωή θ’ αλλάξει, ότι οι άνθρωποι θα γίνουν καλύτεροι, ότι θα σταματήσουν οι πόλεμοι.
“Μα είναι δυνατό, Γιάννη”, του ‘λεγα εγώ, “είναι δυνατό να μην πιστεύεις ότι ο κόσμος θ’ αλλάξει ύστερα απ’ αυτό τον ολέθριο πόλεμο, ύστερα απ’ αυτόν το χαλασμό και την κοσμογονία; Δεν πιστεύεις ότι η ζωή θα γίνει καλύτερη, ότι οι σύμμαχοι θα συνεργαστούν για ν’ απαλλάξουν την ανθρωπότητα από την αθλιότητα, τη δυστυχία, την κοινωνική ανισότητα και τα δεινά των πολέμων;”
“Μα για ποιους συμμάχους μου μιλάς, Λυκούγο; Ποιοι είναι αυτοί οι καλοθελητές και ομοφγονούντες σύμμαχοι, που θ’ απαλλάξουν την ανθγωπότητα από τα δεινά, για τα οποία και αυτοί οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι;”
“Μα είναι οι σύμμαχοί μας, Γιάννη μου”, του λέω εγώ. “Οι σύμμαχοί μας ενάντια στο φασισμό!”
“Ποιοι είναι αυτοί οι σύμμαχοι; Ονόμασέ τους”.
“Μα ο Τσόρτσιλ, ο Ρούζβελτ και ο Στάλιν”, του απαντώ.
“Αχ, Καλλέγη, πόσο είσαι αφελής”, μου λέει. “Μου μιλάς για τον Τσόγτσιλ! Μα αγαπητέ μου, αν ο Τσόγτσιλ ήτανε τώγα εδώ κοντά μας και ετούτος ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει, ξέγεις τι θα σου ‘λεγε;”
“Τι θα μου ‘λεγε;”
“Θα σου ‘λεγε: Βγε Καλλέγη, δώσε μου την καγαβάνα σου να φάω για να μη λεγώσω τη δικιά μου. Κι ούτε καν θα σε παγακαλούσε. Και θα σου άνοιγε στα γήγογα ένα καινούγιο μέτωπο, κι εσύ θα ήσουν πάλι στην πγώτη γαμμή να πολεμάς, ενώ ο Τσόγτσιλ, αφού θα είχε ντεγλικώσει με την καγαβάνα σου, θα κάπνιζε μακάγια το πούγο του σε κάποιο παλάτι στο Λονδίνο. Κάτι ανάλογο θα μπογούσαν να σου ζητήσουν και οι άλλοι σύμμαχοι, και ο Γούζβελτ και ο Στάλιν. Όλοι αυτοί, κατά κανόνα, την καγαβάνα τους ποτέ δεν τη λεγώνουν”.
Αυτός ήταν ο Τσαρούχης. Με μια αλληγορία και δυο καυτά λόγια ξόφλησε τη μεγάλη και τρανή συμμαχία των Μεγάλων, που τόσες και τόσες προσδοκίες κι ελπίδες στήριξε σ’ αυτήν η ανθρωπότητα και ιδιαίτερα η χώρα μας. Αυτή είναι μια από τις πιο ζωντανές μνήμες που μου έμειναν από το έπος της Αλβανίας. Το δυστύχημα είναι ότι ο Τσαρούχης βγήκε δικαιωμένος.

ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, “ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ”, Εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ

Ο Bohlul και η γέφυρα



Ο Bohlul καθόταν σε μια γέφυρα, βλέποντας την ροή του ποταμού. Ο βασιλιάς τον είδε, και αμέσως διέταξε την σύλληψη του λέγοντας «η γέφυρα είναι για να περνάμε και όχι για να μένουμε σε αυτή ».
Τότε ο Bohlul κοιτάζοντας το βασιλιά του αποκρίθηκε «πρέπει να ρίξετε μια ματιά στον εαυτό σας πρώτα. Κοιτάξτε πόσο προσκολλημένος είστε και εσείς σε αυτή τη ζωή».

Η σοφία των Σούφι



“Στην αγάπη να είσαι σαν τον ήλιο. Στη φιλία και στην αδερφοσύνη να είσαι σαν νερό που κυλάει. Στο να διορθώνεις τα λάθη, να είσαι σαν τη νύχτα. Στην ταπεινοφροσύνη να είσαι τη γη. Στον θυμό να είσαι σαν νεκρός. Να φαίνεσαι όπως είσαι ή να είσαι όπως φαίνεσαι”.

“Πόσους ανθρώπους είδα χωρίς να έχουν πάνω τους ένα κομμάτι ρούχο. Πόσα ρούχα είδα χωρίς να υπάρχουν μέσα τους άνθρωποι”.

“Μη πουλάς καθρέφτες στην αγορά των τυφλών, μην απαγγέλλεις ποιήματα στην αγορά των κουφών”.

“Μόνο δάκρια μπορούν να καθαρίσουν την εσωτερική μας βρομιά, όχι το νερό”.

“Μπορεί να φτάσεις στο πιο υψηλό σημείο αλλά ο φόβος να μη το χάσεις, θα σε σκοτώσει”.

“Η τάουμπα (μετάνοια) είναι ένα άλογο το οποίο πηδάει απ’ το χαμηλότερο μέρος της γης στον ουρανό, μέσα σε μία στιγμή”.

“Κάποιος που η καρδιά του και ο λόγος του δεν είναι ένα, τότε ακόμα και αν γνωρίζει και μιλάει εκατό γλώσσες, θεωρείται ότι δεν έχει γλώσσα”.

“Όλο τον κόσμο έψαξα αλλά απέτυχα να βρω κάτι καλύτερο από τον καλό χαρακτήρα”

Jalaladdin Rumi




Μάνος Χατζιδάκις




Στο βίντεο, πριν απο την ηχογραφημένη ομιλία του Μάνου Χατζιδάκη, παρατίθεται το εμετικό κείμενο της "Αυριανής" που δικαίως τον εξόργισε. 
Δυστυχώς σήμερα λείπουν περισσότερο παρά ποτέ προσωπικότητες του διαμετρήματος ενός Χατζιδάκη που θα μπορούσαν να παρέμβουν ουσιαστικά ενάντια στα μνημόνια, στο ΔΝΤ και σε πλείστα άλλα τα οποία έχουν φέρει πολύ κόσμο στην ανεργία και την εξαθλίωση. 
Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν, κατά την άποψή μου πάντα, πρώτα ένας μεγάλος ποιητής κι έπειτα ένας εξαιρετικός μουσικός. Εκτός από το έργο που μας κληροδότησε υπήρξε και διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος της ελληνικής ραδιοφωνίας, για 7 χρόνια. Τα σχόλιά του σε εκείνες τις εκπομπές κυκλοφόρησαν και σε βιβλίο από τις εκδόσεις "Εξάντας". Το παρακάτω κείμενο έχει να κάνει με σχόλιό του για τη "δικτατορία του Τύπου", όπως την ονόμαζε.

«Είναι γνωστό πως μες στον τόπο μας τα τελευταία τούτα χρόνια, ζούμε μια νέα δικτατορία που ακμάζει κι εκμεταλλεύεται τις συμπλεγματικές δημοκρατίες του καιρού μας:
Τη λεγομένη, της Τετάρτης Εξουσίας.
Την περιλάλητη δικτατορία του Τύπου.
Και ο δημοσιογράφος, ο ανώτατος άρχων.
Ανδροπρεπής σαν την κολώνια «Μπρουτ», καθορίζει τιμές, αξίες και εισόδους στο χώρο της αθανασίας, με αυθαίρετες προδιαγραφές που τις χαράζουν ιεροφάντες της μετριότητας και της ανυπαρξίας.
Και να περίπου ένας ιερός κανονισμός που καθορίζει τα πλαίσια μέσα στα οποία κινείται η Δημοσιογραφία και η απαράβατη δεοντολογία της.
Ο Δημοσιογράφος είναι και Ποιητής.
Ο Ποιητής αμφισβητείται, αν τύχει να μην είναι και Δημοσιογράφος.
Ο Δημοσιογράφος είναι και Θεατρικός συγγραφέας.
Ο Θεατρικός συγγραφέας δεν είναι αποδεκτός, αν τύχει και δεν είναι Δημοσιογράφος.
Ο Δημοσιογράφος είναι, μπορεί να είναι και σκηνοθέτης του θεάτρου και του κινηματογράφου.
Ο Σκηνοθέτης χλευάζεται, αν δεν είναι και δημοσιογράφος.
Ο Δημοσιογράφος είναι και τεχνοκρίτης και μουσικοκριτικός - κατά κανόνα.
Τεχνοκρίτης και μουσικοκριτικός δεν υπάρχει χωρίς να είναι δημοσιογράφος.
Ο Δημοσιογράφος μπορεί να είναι και πολιτικός σχολιαστής.
Πολιτικός σχολιαστής δεν γίνεται χωρίς ταυτότητα δημοσιογράφου.
Ο Δημοσιογράφος είναι και εκφωνητής και τηλεοπτικός παρουσιαστής, για κάθε θέμα.
Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό.
Τηλεοπτικός παρουσιαστής, εκφωνητής κι εν γένει τηλεοπτικός παράγων δεν γίνεται χωρίς νάναι δημοσιογράφος.
Ο Δημοσιογράφος είναι ιερός.
Τα ιερά, δεν είναι ιερά αν δεν υπηρετούν δημοσιογράφους και δημοσιογραφικά.
Και τέλος:
Ηθικόν, ό,τι έχει ελευθέρας και δημοσιογραφικόν.
Αληθές, ό,τι μας φανερώνουν των εφημερίδων οι γραφές και Εθνικόν, ό,τι αληθές για τις εφημερίδες και ηθικόν.
Θα πείτε, δεν υπάρχουν άξιοι και συμπαθείς δημοσιογράφοι;
Και άξιοι υπάρχουν και αξιόλογοι και συμπαθείς και τίμιοι.
Κι είναι και οι περισσότεροι.
Όμως δεν καθορίζουν την ταυτότητα της τάξης τους. Είτε γιατί δεν δίνουν σημασία, είτε γιατί περιφρονούν τη λειτουργία των ολίγων, χωρίς να λογαριάζουν το κακό που ολοένα μεγαλώνει απ’ τους παρείσακτους αυτούς ολίγους.
Ή πες ακόμη, συνήθισαν το κακό και δεν το λογαριάζουνε σημαντικό για ν’ αμυνθούν και για να ξεχωρίσουν τις ευθύνες τους. Κι ίσως ακόμη να φοβούνται οι πολλοί, τη δύναμη που έχουν οι ολίγοι σαν πράττουν επισήμως το κακό. Όπως και νάναι, ψέγουμε τους λίγους κι όχι τους πολλούς.
Κι ας σταματήσει η υστερική ευαισθησία, μέσα στην οποία προστατεύονται με άνεση οι λίγοι και οι κακοί. Καμιά ομάδα, καμιά τάξη, κανένα επάγγελμα δεν είναι ιερό.
Όλα περιέχουν μέσα τους και το καλό και το κακό.
Κι αυτό είναι άλλωστε το φυσικό».



Η κούκλα από αλάτι

 Ο Νασρεντιν Χοτζα

*Αυτή είναι η πολύ γνωστή ιστορία της κούκλας από αλάτι που διάβαζα στην εφηβεία μου. Είναι μια ιστορία που ακούγεται με την καρδιά. Την βρίσκω εξαιρετική ίσως γιατί στο βάθος πιστεύω πως όλοι είμαστε σταγόνες ενός συμπαντικού ωκεανού, στον οποίον καταλήγουμε.

Μια μέρα, ρώτησε τον Νασρεντίν Χότζα ένας μαθητής του: «Πες μου δάσκαλε: Πώς θα μπορούσες να περιγράψεις τη δουλειά ενός αναζητητή της Αλήθειας;» Ο Νασρεντίν κοίταξε για λίγο σιωπηλός τον μαθητή του κι ύστερα χαμογέλασε πονηρά και του είπε: «Σαν την ιστορία της κούκλας από αλάτι». «Δηλαδή;» ρώτησε ο μαθητής απογοητευμένος, νομίζοντας ότι ο δάσκαλός του τον κοροϊδεύει. «Άκου την ιστορία, λοιπόν», είπε ο Νασρεντίν, όχι όμως με τ’ αυτιά σου, αλλά με την καρδιά σου». Και να η ιστορία που είπε ο Μουλά Νασρεντίν στον μαθητή του: «Μια κούκλα φτιαγμένη από αλάτι, ψάχνοντας να βρει την αλήθεια για το τι τέλος πάντων ήταν, ταξίδεψε χιλιάδες μίλια στεριάς, μέχρι που έφτασε και σταμάτησε στην άκρη της θάλασσας. Έμεινε ακίνητη κοιτάζοντας μαγεμένη εκείνη την υγρή κινούμενη μάζα που δεν έμοιαζε με τίποτα από όλα όσα είχε δει ως τότε και δεν ήξερε το όνομά της. «Τι είσαι εσύ;» ρώτησε η κούκλα από αλάτι τη θάλασσα. «Έλα μέσα και δες μόνη σου», απάντησε η θάλασσα με ένα χαμόγελο καλοσύνης κι αγάπης. Έτσι, η κούκλα από αλάτι προχώρησε, τσαλαβουτώντας στα νερά, προς τα μέσα. Όσο πιο βαθιά προχωρούσε, τόσο περισσότερο διαλυόταν μέχρι που έμεινε ένα μικρό κομματάκι από αυτή. Πριν διαλυθεί και το τελευταίο αυτό κομμάτι της και γίνει ένα με τη θάλασσα, η κούκλα από αλάτι πρόλαβε και φώναξε με θαυμασμό, μεθυσμένη από μια αλλόκοτη και πρωτόγνωρη χαρά: «Τώρα ξέρω τι είμαι»!

* Ο Νασρεντίν Χότζα (του οποίου το όνομα σημαίνει «Η δόξα της Πίστης» στα Αραβικά) ήταν ένας δημοφιλής κεντρικός ήρωας μύθων, παροιμιών και ανεκδότων που κυκλοφορούσαν ευρύτατα σε όλες τις κοινωνικές τάξεις της Μέσης Ανατολής.
Επινοήθηκε από τους Σούφι με κύριο σκοπό την αποτύπωση στιγμιαίων συνθηκών στις οποίες γίνονται ξεκάθαρες ορισμένες καταστάσεις του νου. Οι ιστορίες του αποτελούν ένα από τα πιο παράξενα επιτεύγματα στην ιστορία της μεταφυσικής. Επιφανειακά οι περισσότερες από αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν ανέκδοτα. Αλλά από τη φύση τους όμως οι ιστορίες του Νασρεντίν έχουν περισσότερα από ένα επίπεδα και.δεν παρουσιάστηκαν ποτέ ολοκληρωμένες στο κοινό της Δύσης. Πιθανόν γιατί δεν μπορούν να μεταφραστούν σωστά από κάποιον που δεν είναι Σούφι. Ακόμα και στην Ανατολή αυτή η συλλογή των ιστοριών χρησιμοποιείται μόνο από μυημένους Σούφι για μελέτη. 








"Μία φορά μονάχα βουβάθηκα, όταν κάποιος με ρώτησε : Ποιός είσαι;"

ΓΚΙΜΠΡΑΝ ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ


.... Γιατί αν σε ρωτήσω «ποιος είσαι;», αυτή είναι μια θεμελιώδης απάντηση, «ποιος είσαι;», θα μου πεις λέγομαι έτσι, αλλά αυτό είναι ένα όνομα που σου έχει δοθεί. Κάποιο άλλο όνομα θα μπορούσε να σου είχε δοθεί πολύ εύκολα, έτσι προφανώς δεν είσαι το όνομα, αυτό είναι κάτι που σου απόθεσαν. Και πάλι, τι θα απαντούσες, «ποιος είσαι;». Θα μπορούσες να συνεχίσεις εξηγώντας το κοινωνικό σου περιβάλλον, τους προγόνους σου, τη γραμμή της γέννησής σου, το μορφωτικό σου επίπεδο ή το επάγγελμά σου. Αυτό είναι μόνο αυτό που κάνεις, δεν είσαι αυτό, «ποιος είσαι;», αυτή η ερώτηση είναι επίμονη. Τότε τι θα έλεγες, θα έλεγες, είμαι το σώμα μου. Αλλά και πάλι δεν είσαι αυτό, γιατί αν κάποιος σου κόψει το χέρι και πάλι θα επιζήσεις, ανάπηρος, έχασες το χέρι σου, αλλά ακόμα κι αν κομμάτι κομμάτι κοπεί όλο σου το σώμα, ακόμα είσαι εκεί. Άρα υπάρχει κάτι υπεράνω του σώματος, τι είναι αυτό Αυτή η εσωτερική δεξιότητα της λογικής, της αμφιβολίας, του συναισθήματος, και η ατομικότητά σου, η ατομική σου ταυτότητα, όλα αυτά συνδυασμένα μαζί είναι ο εσωτερικός σου εαυτός. Ακόμα κι αν ο εξωτερικός σου εαυτός πέσει σε ανικανότητα, αυτές οι εσωτερικές σου δεξιότητες είναι ακόμα ενεργές. Κι έτσι μπορείς ακόμα να ανταποκρίνεσαι, μπορείς ακόμα να αναλύεις, και αυτό είσαι. Αυτές οι δεξιότητες που ανέφερα, της λογικής κλπ, ακόμα και αυτές είναι πολύ κοντά σου, αλλά δεν είναι εσύ. Γιατί μπορεί να χάσεις κάποιες από τις αναμνήσεις σου, και ακόμα είσαι εσύ εκεί. Υπάρχεις ακόμα και χωρίς μνήμη. Αν δεν είσαι λογικός, είσαι και πάλι εκεί. Κάποιοι άνθρωποι χάνουν την ατομική τους ταυτότητα λόγω ψυχικών προβλημάτων αλλά και πάλι είναι εκεί. "